Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

ΘΥΜΑΜΑΙ

Σαν ένα αστέρι έπεσες ξαφνικά
χωρίς υποψία και στοχασμό
μέσα στην τρομακτική κραυγή της σιωπής.
Ο  ήλιος κρυμμένος μέσα στα σύννεφα
κατέβαινε κάθε πρωί
μέσα στό απαλό σου βλέμμα.
Η παρουσία σου τώρα
στέκεται αμήχανη σε μιά έρημη άνοιξη
σ έναν ουρανό δίχως άστρα
χωρίς λουλούδια στα κλαδιά.
Ο άνεμος μάδησε τα ρόδα που σου έστειλα
Τα λουλούδια δεν ρωτούν τον άνεμο
από που έρχεται
δεν διαλέγουν τη μοίρα τους'
Κάποιος σημειώνει στο χάρτη
τη μοίρα μας τα μάταια ταξίδια μας
το πεπρωμένο μας το άγνωστο.
Κι όμως. Είσαι μέσα στο μοναχικό μου περπάτημα
ακούω τον ήχο των βημάτων σου
μέσα στα δικά μου.
Ακούω το ψιθύρισμα σου στα φύλλα των δένδρων.
Βλέπω τα μάτια σου σαν φώτα μέσα στη νύχτα.
Όταν μιλώ ακούω τον ηχώ σου.
Σταματώ και αφουγκράζομαι.
Ξέρω πως είναι μια ψευδαίσθηση
όπως η νύχτα γεννάει τα φαντάσματα.
Άφησες να πέσει από το βλέμμα σου
το ποιο γαλάζιο όνειρο.
Τι κρίμα. Μόνο στα όνειρα βλεπόμαστε.
Μόνο στα όνειρα ακούμε τη φωνή μας.
Μας σμίγει ο ύπνος και η μοναξιά.
Τα πουλιά πεθαίνουν από σιωπή
Η καρδιά μας από μοναξιά
Και τα όνειρα που δεν βλέπουμε.


Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

Ο ΝΑΥΑΓΟΣ

Αέρινες θύελλες μ έφεραν εδώ
σε ξερονήσι χωρίς χορτάρι
και κάθε μέρα προσπαθώ να δω
μήπως κάποιο καράβι περάσει και με πάρει.
 μ η μείνω μόνος σ αυτή την ερημιά
που γύρω γύρω η θάλασσα τη ζώνει
και πότε πότε  κύματα μεγάλα σαν θεριά
και πότε πότε ο φόβος την καρδιά μου την παγώνει.
Κοιτάζω τον ορίζοντα μακρυά
φυλακισμένος νοιώθω μέσα σ ένα κύκλο
τον ίσκιο του ο χρόνος ακολουθά
κι εγώ κρύο αέρα αναπνέω πελαγίσιο.
Σαν σιωπηλή καμπάνα η φωνή μου έχει σωπάσει.
ούτε ένα θρόισμα του φύλου να φανεί
μόνον της θάλασσας το κύμα και η βουή
την ερημιά τριγύρω έχει σκεπάσει.




WebRep
Συνολική αξιολόγηση
Η ιστοσελίδα δεν έχει αξιολόγηση
(χωρίς αρκετές ψήφους)

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙ ΜΟΥ

Ακούω τους χτύπους της καρδιά σου
πλημμυρισμένη μ ε κρυφή αγωνία.
Σαν ανοιχτό παράθυρο στην κάψα του καλοκαιριού
ζω και ελπίζω να βλέπω το χαμόγελο μέσα στα μάτια σου.
Με παρηγορεί το ήρεμο φως τους
Η τρυφερή ψυχή σου μήνυμα ήλιου.
Ένα λαμπερό ρουμπίνι είναι το δάκρυ σου.
Ένα ξαστερωμένο παράπονο είναι η θλίψη σου.
Ένα καθάριο πρόσωπο η μορφή σου.
Το βλέμμα σου φορτωμένο. χίλια λουλούδια
Κοιτάζω το πρόσωπο σου
μοιάζει με ήρεμη αστροφεγγιά
όταν κοιμούνται οι άνεμοι.
Ζεις μακρυά από τη θλιβερή βουή του κόσμου
Μέσα σου κρύβεις μια απέραντη Άνοιξη
Γλίστρησες από τον κόρφο τ ουρανού
'όπως ένα αστέρι και έπεσες στη γη.
Τα φτερά σου λειψά.
και η πτήση σου ασήκωτη..
Κρύβεις τον πόνο σου με σπασμούς οδύνης
και φευγαλέους ψιθύρους παραπόνου.
Είσαι ένας κρίνος στη καρδιά του χειμώνα.

ΟΤΑΝ ΘΑΡΘΕΙΣ ΞΑΝΑ

Δίψασε το σύννεφο για νερό
κι η θάλασσα του στέλνει τους ατμούς της..
Θάθελα ποτέ  να μη δύει ο ήλιος
για να βλέπω το πρόσωπο σου.
Να σε κρατήσω παντοτινά
σαν ένα κλειστό κοχύλι.
Ακολουθώ το βλέμμα σου στην περιπλάνηση του
Όταν θάρθεις ξανά στα όνειρα μου
φόρεσε άσπρα σου πάνε καλύτερα.
Να έχει φως η νύχτα
για να αφήσω στη χούφτα σου
τη γύρη της ψυχής μου.
Η αύρα από τη ανάσα σου
να χαϊδέψει το πρόσωπο μου.
Στα φύλλα απ το χαμόγελο σου
να εναποθέσω τη θλίψη μου.
Στα όνειρα μου βλέπω
μέσα στα γαλάζια σου μάτια
που μοιάζουν σαν θάλασσες
να κολυμπούν κάτασπροι γλάροι..
Οταν κοιμούνται οι άνεμοι
κι όταν η νύχτα είναι ήρεμη
τότε μετρώ τους χτύπους της καρδιάς μου
Τότε θα ήθελα να κλείσω τα μάτια
και το Φεγγάρι να κοιτάζει τον ύπνο μου.
Και όλα αυτά.
σε μιά πυκνή σιωπή
που κρύβει τις μυστικές φωνές της ψυχής μου.
Η αγάπη γράφεται πάνω σ ένα χαμόγελο
και σβήνει σ ένα δάκρυ.


Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Η ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ

Ανέβηκε ψηλά στο εξωκλήσι
η μάνα ν ανάψει ένα κερί
στη  Παναγιά το δάκρυ της ν αφήσει
για το παιδί της που ήταν άρρωστο πολύ.
Ο πόνος της καρδιάς της χρόνια τώρα
δεν την αφήνει ποια να κοιμηθεί
χήρα παντέρημη και μαυροφόρα
με άρρωστο βαριά ένα παιδί.
Η μοίρα της σκληρή την έχει δέσει
πίσω από το άρμα της και την τραβά
πόσο ακόμα να βαστάξει να πονέσει
γονατιστή παρακαλεί την Παναγιά.
Εκεί μπροστά στο αναμμένο το καντήλι
το πρόσωπο της μοιάζει άυλη σκιά
ψελλίζει η δύσμοιρη με πικραμένα χείλη
θερμή παράκληση στη Παναγιά.
Στέψε το βλέμμα σου Πανάγαθη Π αρθένα
λυπήσουμε σε παρακαλώ
βοήθεια δεν έχω από κανένα
για τ άρρωστο παιδί μου το φτωχό.
Στέρεψε ποια το δάκρυ στη ματιά μου
τον πόνο ένιωσες απ όλους ποιο πολύ
δεν τον βαστάει άλλο η καρδιά μου
και ορφανό θα μείνει τ άρρωστο παιδί..
Καθώς σκυφτή όλο προσευχόταν
ένοιωσε ένα χέρι πάνω της ν ακουμπά
το βάρος της καρδιάς αργότερα θυμόταν
σαν περιστέρι πέταξε μακριά.
Μπροστά της είδε μια αχτίδα
μια λάμψη απ την εικόνα είχε βγει
γέμισε η καρδιά της με ελπίδα
γαλήνεψε από μέσα της η ψυχή.
Ανάλαφρη ποια γύρισε στο σπίτι
είδε στο στρώμα τ άρρωστο παιδί
χαρούμενο σαν το μικρό σπουργίτι
της είπε όνειρο πως είχε δει.
Άγγελος από πάνω του στεκόταν
η κάμαρη πλημμύρισε με φως
σύκο άκουσε μιά φωνή παρέκει
μάνα θαρρώ μου μίλησε ο Θεός.
Μπροστά στο εικονοστάσι η μάνα γονατίζει
με δάκρυα στα μάτια ευχαριστεί
τρέμει σαν φύλο η καρδιά η ραγισμένη
μπρός στο εικονοστάσι εκεί πεσμένη
αφήνοντας την τελευταία της πνοή
και το παιδί πεντάρφανο να μένει.




Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

ΑΝ

Αν σε λιμάνι έφτασα
σαν πλοίο τσακισμένο
από τις μπόρες της ζωής
μα κι αν αργοπεθαίνω
μέσα μου κρύβω τη ζωή
την ύστατη τη στάλα
έστω η καρδιά μου κι αν χτυπά
σαν μιας βροχής ψιχάλα.

ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Περισσότερη σιωπή λίγα να λέγαμε
σ αυτόν τον κόσμο της ασυνεννοησίας
ποιο πολύ. να γελάγαμε λιγότερο να κλαίγαμε
να μην μας κατείχε η μανία της εξουσίας΄

Αγάπη ποιο πολύ να δίναμε
χωρίς το φόβο μη μας λείψει.
Μες στη καρδιά μας τη χαρά να κλείναμε
δεν θα είχε η ψυχή μας θλίψη

Τον κόσμο όλο  αν αγκαλιάζαμε
θα νοιώθαμε την ευτυχία.
Με τούς εχθρούς μας αν μονιάζαμε
δεν θα υπήρχε δυστυχία.

Τα σύνορα του κόσμου να γκρεμίζαμε
ελεύθεροι να ζούμε όλοι.
Καινούργιο κόσμο αν θα κτίζαμε
Η ζωή μας θάταν περιβόλι.

.

ΧΩΡΙΣ ΦΕΓΓΑΡΙ

Απόψε το φεγγάρι αργεί να βγει
σκιές απόκοσμες θαρρείς πως περπατάνε.
Αλαφροτρέμη απ το φόβο τη η γη
κι ας μύρια άστρα από ψηλά τη χαιρετάνε.

Ψίθυροι ακούγονται ο αγέρας τους σκορπά.
Η νύχτα αφουγκράζεται τον κάθε ήχο.
Μιλούν αναμετάξυ τους των δένδρων τα κλαδιά
και το ρυάκι τραγουδά χαρούμενο ένα στοίχο.

Κλαίει ο Γκιόνης της νύχτας το πουλί.
Η η Κουκουβάγια ζαρώνει στη φωλιά της.
Κάποια φωνούλα ένα κλάμα από παιδί
το νανουρίζει η μάνα του στην αγκαλιά της.

Διαβαίνει η ώρα στου χρόνου τη ροή.
Σε λίγο το ξημέρωμα θα υψώσει το μαντήλι.
Κι αν το φεγγάρι  απόψε άργησε να βγει
σε λίγο ένα χαμόγελο ο ήλιος θε να στείλει.

Θε να σκορπίσουν οι άυλες σκιές
οι ψίθυροι θα σβήσουν θα χαθούνε
φωνές θ ακούγονται από παντού φωνές
ξημέρωσε και όλα τραγουδούνε




ΙΔΕΕΣ

Έρχονται οι ιδέες
και καταγράφονται
στον παλμογράφο του μυαλού.
Μα σαν ωριμάσουν
πετούν και φεύγουν.
Κάνουν κύκλους
γύρω από τη Σελήνη
γύρω από τον ήλιο
πάνω από τη θάλασσα
αγκαλιάζουν το Σύμπαν
με τον ίσκιο των φτερών τους.
Είναι σαν αόρατες σκιές
που αφήνουν στις ψυχές
τα αποτυπώματα τους.