Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2014

ΣΑΝ ΠΟΛΥΤΙΜΟ ΜΥΡΟ

Τα μάτια δείχνουν τη φυλαγμένη θέληση.
αναπαύεται στη άτολμη καρδιά.
Τα όνειρα ξαφνιάστηκαν σαν σμάρι περιστεριών
σκόρπισαν μέσα στη νύχτα.
Το ωχρό πρόσωπο σου έγερνε σαν κλαδί.
Το θλιμμένο σου βλέμμα βόλι ήταν στην καρδιά μου
Σαν άνεμος κακός η μοίρα γκρέμισε τη ζωή σου.

Με ραγισμένη φωνή βγαίνει ο αναστεναγμός σου.
Η καρδιά σου θριμάτησε από καιρό
όλα τα σχήματα της σιωπής.
Σκάλισα μέσα στο στήθος μου
το τρυφερό σου όνομα
Μέσα στα χέρια μου αθόρυβα ακούμπησες την ψυχή σου
και γω την κράτησα σαν πολύτιμο μύρο.

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕΣ

Μέσα στη νύχτα
και πριν ξημερώσει
η πόρτα του ύπνου
μένει ανοιχτή.
Και κείνος δραπέτης
κρυφά έχει φύγει
μονάχο μ αφήνει
χωρίς να νοιαστεί.

Κι απ την ανυπαρξία
γυρνώ πάλι πίσω
μαζί μ όσα κρύβει
ο νους και η ψυχή
και έτσι πια μόνος
τι  θα γινόμουν
αν δεν υπήρχες
αλήθεια εσύ.

Εκείνες τις ώρες
τις δύσκολες ώρες
κοντά μου μονάχα
είναι η σιωπή
και κάπου κάπου
Ξεσπούν κάτι μπόρες
μουσκεύουν βαθιά τη ψυχή

Μα ξάφνου ακούω
μια μελωδία
ένα τραγούδι μία φωνή
και τότε ολ αλλάζουν
φεύγουν τα νέφη
ξανά νηνεμία
τι θα γινόμουν
αν δεν υπήρχες εσύ.



Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ

Για δες
έγινα μία οντότης
θα με μάθει η ανθρωπότης.
Για δες
Μια σφραγίδα στο στήθος
ξεχωρίζω απ το πλήθος.
Για δες
τώρα θε να προβάλω
μ ένα πρόσωπο άλλο.
Για δες
θα έχω πάνω μου κάτι
θα με δουν με άλλο μάτι.
Για δες
μου έδωσαν το βραβείο
προς το τέλος του βίου.

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

ΤΟ ΑΣΠΡΟ ΦΩΣ

Ώσπου να φύγει σιωπηλή
 της νύχτας μου η σκέψη
ε διάβαιναν οι ώρες μια μια.
Και ήταν μακρύς ο δρόμος της
ποιος να πιστέψει.
Κι .ήταν αργή του νου μου η νηνεμία.
Γλιστρά σε περιπλανήσεις το μυαλό μου
στα σμαραγδένια τοπία της μνήμης.
οι μυστικοί ήχοι  οι αύρες του τυχαίου.
Από πόσο μακριά ανεβαίνει η θύμηση
και πόσο επώδυνη είναι πολλές φορές.
Πλάθει παραδείσους η ψυχή
για να αντέξει την κόλαση.
Σαν άρχισε και πάλι να χαράζει
το άσπρο φως δειλά να ξεπροβάλει
βρήκε η ζωή το δρόμο της και πάλι
και η κάθε μέρα με την άλλη μοιάζει.


Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

Μ Α Ν Α

Μάνα που μες στα σπλάχνα σου μήνες μας κουβαλάς.
βάζοντας μες σε κίνδυνο την ίδια τη ζωή σου
πόνους και δύσκολες στιγμές αμέσως τις ξεχνάς
στη θέα ενός σπλάχνου σου της σάρκας σου παιδί σου.

Εσύ στο προσκεφάλι μας μέρες θα ξενυχτίσεις
να διώξεις απ το σώμα μας αρρώστια πυρετό.
Και κάθε βράδυ απ το Θεό με θέρμη θα ζητήσεις
να μας φυλάει πάντοτε αν του είναι μπορετό.

Ποτέ τους μύριους κόπους σου δεν θέλεις να μετρήσεις
σαν ανεξάντλητη πυγή αγάπη θα σκορπάς..
στους πόνους μας και στις χαρές πλάι μας θα καθίσεις
και ειλικρινά θα χαίρεσαι η θα μας συμπονάς.

Μάνα που αργοστάλαξες το δάκρυ στη σιωπή σου
μέσα σε δύσκολους καιρούς στη φτώχεια στην ορφάνια
μα στους πολέμους ύψωσες με θάρρος τη φωνή σου
κάνοντας τους τριγύρω σου να νοιώθουν περηφάνια.

Σαν βράχος αντιστέκεσαι στους άγριους ανέμους
όπου σαρώνουν τη ζωή και την καταποντίζουν
τους γιους σου τους ξεπροβοδάς με θάρρος στους πολέμους
και δείχνεις τόσο δυνατή πίσω κι αν δε γυρίζουν.

Μάνα με πόση υπομονή  και πόση τρυφεράδα
στην αγκαλιά μας έκλεινες μ απέραντη στοργή
Ποτέ δεν οίδα πρόσωπο με τόση ομορφάδα
κι ούτε συνάντησα ποτέ πιο τρυφερή ψυχή.

Μάνα όνομα πιο γλυκό στον κόσμο άλλο δέν έχει
σε κάθε δύσκολη στιγμή  σύ μας παρηγοράς
όλα της μάνας η καρδιά τα δύσκολα τ αντέχει
μάνα μ ένα χαμόγελο όλα τα προσπερνάς.




ΠΟΙΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ


Ποιο παραμύθι θα μου πεις
να βρω λίγη γαλήνη
όταν ο ήλιος θα χαθεί
κι η μέρα θ αργοσβήνει.

Εκεί της ζωής το σούρουπο
στερνή αχτίδα δος μου
θε ν απαλύνει τη καρδιά
και τη ψυχή εντός μου.

Κι όταν τ αστέρια θα χαθούν
της νύχτας το καμάρι
για κείνα θε να μου μιλάς
την Πούλια το Φεγγάρι.

Θα γίνει τότε ποιο γλυκύς
ο πόνος της φυγής μου
στο μακρινό ταξίδι μου
στο τέλος της ζωής μου.