Κυριακή 29 Μαΐου 2016

ΑΠΟΨΕ

Τα χείλη μου απόψε σιωπηλά
κανείς διαβάτης νυχτωμένος στο σοκάκι.
Κοιτάζω το εικονοστάσι το παλιό
της θλίψης μου παλεύω το σαράκι

Στο λίγο φως απ το καντήλι τ αναμμένο
νιώθω τις φλέβες να παγώνει η μοναξιά
βλέπω χλωμή να με κοιτάζει η Παναγιά
κι ακόμα ναν το βλέμμα της θλιμμένο.

Έξω σφυρίζει αγέρας βαρυχειμωνιά.
Τα πάντα σκέπασε το χιόνι σαν καλύπτρα
η σκέψη πλάι σου συνέχεια άγρυπνα
και η ψυχή μου σιγανή μοιρολογήτρα.

ΣΑΝ ΟΡΑΜΑ

Σαν όραμα θα ήθελα
ξανά να σ αντικρίσω
μα η προσμονή τυραννική
τρομάζει την καρδιά΄
κι όταν αθέλητα γυρνώ
και βλέπω πάλι πίσω
αλύπητα με δέρνουνε
της λύπης τα κλαδιά.

Βλέπω τον δρόμο έρημο
και σκοτεινό και κρύο
μένουνε όλα ασάλευτα
ασάλευτη και γω.
Ποια μοίρα πια με κυνηγά
σε έρημο τοπίο
που χίμαιρες και όνειρα
μάταια κυνηγώ..

Πόσες φορές ξαγρύπνησα
με κουρασμένα μάτια
κοιτάζοντας τον ουρανό
ξάστερο η θολό
από εσέ μια ζωγραφιά
κόλλαγα τα κομμάτια
ξεπρόβαλες σαν όνειρο
αιθέρια ομορφιά.





Δευτέρα 23 Μαΐου 2016

ΝΟΕΡΆ ΤΑΞΙΔΙΑ

Τα νοερά ταξίδια
σε πάνε χωρίς εισιτήριο .
Όπως και τα όνειρα
και κείνα σε ταξιδεύουν.
Καλά που υπάρχουν κι αυτά.
Πολλοί άνθρωποι
θα μέναν αταξίδευτοι
μονότονη η ζωή τους.
Τι θα ήταν χωρίς όνειρα
χωρίς νοερά ταξίδια.
Ελπίδα χωρίς μέλλον.
Μέλλον χωρίς πρόοδο,
Πρόοδος χωρίς ανθρώπους.
Άνθρωποι χωρίς ζωή.
το απόλυτο τίποτα

Η ΤΕΦΡΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Την τέφρα του χρόνου
την σκόρπισε ο άνεμος της λήθης.
Μερικά απομεινάρια
κρέμονται σαν ξέφτια
περασμένου καιρού
πάνω στα κλαδιά
μιας φθαρμένης μνήμης.
Αχνά όνειρα
κρυμμένα έμειναν εκεί.
κάτω από μια ξέθωρη τόλμη.
Λαβωμένα πουλιά
που ποτέ δεν πέταξαν.


AN

Aν έχεις νυχτωθεί
σ ένα ποτάμι ορμητικό
να ξέρεις πως τα νούφαρα
είναι πάντα σίγουρα για τον ήλιο.
Κι ακόμα πως το ποτάμι
όσο ορμητικό και νάναι
λίγο πιο κάτω ξεκουράζεται
κάνει χώρο για να καθρεφτιστεί
ο Θεός.

Σάββατο 21 Μαΐου 2016

ΘΑΛΑΣΣΑ

Αχ θάλασσα πλανεύτρα εσύ
που παίρνεις τα παιδιά μας
έρημο αφήνεις το νησί
κι έρημη την καρδιά μας.

Μην τα κρατάς πολύ καιρό
εκεί μακριά στα ξένα
θάναι το χτύπημα σκληρό
αν έρθουν πεθαμένα.

Τρίτη 17 Μαΐου 2016

ΤΟ ΘΑΥΜΑ.

Πρέπει να φύγω από κείνο το σημείο
που το μυαλό μου κώλυσε καιρό.
Πασχίζω να εξηγήσω εγώ το Θείο
το θαύμα που με κάνει ν απορώ.

Τα μεταφυσικά εξήγηση δεν έχουν
κι όμως πασχίζω να τα ερευνώ.
μα των ανθρώπων τα μυαλά δεν το αντέχουν
χάνονται σ έναν δαίδαλο βουνό.

Μα όλο λέω να τα παρατήσω.
Ν;α διώξω τις ιδέες τις τρελές
που βάλθηκα εγώ να εξηγήσω
για τη ζωή το θάνατο υπερβολές.

Πιστεύω πως όλους μας μας βασανίζουν
τα ερωτήματα περί δημιουργίας
κάποιοι αδιάφορα σφυρίζουν
κι άλλοι κολλάνε εκεί μετά μανίας.

Μέσα στους δεύτερους είμαι και γω λιγάκι
που αναμοχλεύω τ ανεξήγητα του κόσμου
και δυστυχώς το χούι αυτό το είχα από παιδάκι
Θεέ μου μία εξήγηση και μένα δος μου.

Δευτέρα 16 Μαΐου 2016

ΣΕ ΟΙΔΑ

Σε οίδα  νάχεις ένα πρωινό
λουλούδια στα μαλλιά πλεγμένα
Και έβλεπα τον άφθαστο ουρανό
μες στα γαλάζια σου τα μάτια τα θλιμμένα

Βρεθήκαμε κι οι δυο μας μοναχοί
Ένας φτωχός εγώ ταξιδευτής
Κάποιας θλιμμένης Παναγιάς εσύ ψυχή
και γω με τη λαχτάρα του προσκυνητή

Στα χνάρια σου ε βάδιζα  και γω
προσεχτικά μην τύχη και σε χάσω
πόσο ποθούσα μία λέξη να σου πω
φοβόμουνα το χέρι να σου πιάσω.

Βαδίζαμε κι οι δυο χωρίς μιλιά
ταξίδευες θαρρώ στα όνειρά σου
και γω όλο γύρευα να δέσω μια θηλιά
μες στη καρδιά μου τη δικιά σου.

Δεν άνοιξαν τα χείλη τα κλειστά
μόνο ακούγαμε στα κλώνια το αγέρι
και το κελάηδημα πουλιού απ τη φωλιά
λυπητερό για το χαμένο του το ταίρι.

Φύγαμε τότε και οι δυό μας σιωπηλοί
η νύχτα έκοψε των λογισμών το νήμα
από μακριά ακούγαμε το άμοιρο πουλί
που έχασε το ταίρι του τι κρίμα.



ΑΠΙΑΣΤΟ ΟΝΕΙΡΟ

Πόσες φορές δε στάθηκα
μ ονειρεμένα μάτια
με χείλη αχνά τρεμάμενα
να δω μια ζωγραφιά.
Εκεί στον απέραντο ουρανό
του ορίζοντα τα πλάτια
τα ρόδινα τα χρώματα
την ξέφρενη ομορφιά.

Και τώρα άθελα γυρνώ
το ίδιο όραμα να δω
το θάμα ν αντικρίσω
με πονεμένη την καρδιά
δεν βλέπω ίδιο ουρανό
μονάχα έρημα κλαδιά
ο ανθός τους έπεσε στη γη
κι άθελα θα τον πατήσω..

Οι δρόμοι είναι έρημοι
τα βράδια είναι κρύα
διαβάτης μοναχά εγώ
πια αλήθεια να με κινηγά
προγονική αμαρτία
κι όνειρα μόνο άπιαστα
πάντα θα κυνηγώ.

Μα μέσα μου δε χάθηκαν
όλες μου οι ελπίδες
θα βρω μια άλλη ξαστεριά
ήλιο να με φωτίσει
και τότε όλα τα δάκρυα
σαν δροσερές ρανίδες
στο πρόσωπό μου θα κυλούν
σαν ξεχασμένη βρύση.






Πέμπτη 12 Μαΐου 2016

ME ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΗ ΧΑΡΗ

Σαν έφτασε το χάραμα
και πάλι απ την αρχή
το ένα πίσω απ τ άλλο
τρ'εχουνε στη ζωή μας.
Προβλήματα ζητούν τη λύση τους
κι ετούτη η εποχή
φορτώνει τόσα άλυτα
πελάγωσε η ψυχή μας.

Δέσμιοι πια της μοίρας μας
που άλλοι καθορίζουν
και μας πιέζουν φοβερά
στο λάκκο να μας ρίξουν.
Απέραντες τις αντοχές
πως έχουμε νομίζουν
και σφίγγουν σφίγγουν τη θηλιά
έως ότου να μας πνίξουν,

Κι όμως στο πείσμα σας καιροί
θα μάχεται ο λαός μας
θα χτίσει πάλι απ την αρχή
όσα του έχουν πάρει.
Να ξέρει πως ματαιοπονεί
καθ ένας μας εχθρός μας
κι αν πέσαμε κάτω στη γη
όρθιοι θα μείνουμε ξανά
με του Θεού τη χάρη.

Τετάρτη 11 Μαΐου 2016

Μ Α Ν Α .

Μάνα που απαρνήθηκες
το σώμα την ψυχή σου
και έδωσες απλόχερα
στους γύρω σου μ αγάπη.
Μάνα που πρώτο μέλημα
σε όλη τη ζωή σου
ν ανακουφίζεις τις πληγές
των αλλονών τα λάθη.
Μάνα τι λόγια πρέπουνε
για 'όλη σου τη θυσία
πια είναι τα καλύτερα
πια έχουνε ουσία
το μεγαλείο σου να πουν
την σπάνια αξιοσύνη
αγόγγυστα πορεύεσαι
μες στης ζωής το κάμα
κλειδώνεις μέσα στη καρδιά
πόνο και θλίψη αντάμα.
Μα τη χαρά την τραγουδάς
στου γιου το προσκεφάλι
και είναι η φωνή σου τόσο γλυκιά
που δεν υπάρχει άλλη.

ΗΤΑΝ ΑΡΓΑ

Ήταν αργά μεσάνυχτα
άκουγα τη βροχή
σαν έπεφτε με δύναμη
στους έρημους τους δρόμους.
Ο ύπνος δεν ερχότανε
γιατί η πληγή νωπή
με τυραννούσε ο πόνος της
με κύρτωνε τους ώμους.

Έφτασαν τα χαράματα
τα μάτια μου ανοιχτά
τα βρήκε το ξημέρωμα
κι ο νους να ταξιδεύει
σ όσα περάσαν κι ήρθανε
στο πριν και το μετά
στο αύριο που ο δρόμος τους
όσο πάει και στενεύει.

ΜΗΝ ΜΛΑΙΣ

Όσο περνάει ο καιρός
και η καρδιά βαστάει
πως να τ αντέξω όμως πως
που ο χρόνος με γελάει.
Ο δρόμος είναι σκοτεινός
και φώτα πια δεν έχει
ποιός να είναι τάχα ο σκοπός
που ο νους μου όλο τρέχει.
Το μέλλον του χαμογελά
μα η καρδιά διστάζει
τα πόδια του δεν παν μπροστά
γι αυτό πίσω κοιτάζει.
Νιώθει πως πέρασε ο καιρός
αφού μετρά τα χρόνια
της νιότης της ο θησαυρός
έχει γεμίσει χιόνια.
Ρυτιδωμένο μου κορμί
νιώθει η ψυχή μου νέα
έκανες τόσες διαδρομές
στα χρόνια τα ωραία.
Έτσι λοιπόν αφού έζησες
χάρηκες τη  ζωή σου
θα φύγεις πλήρης ημερών
μην κλαις για τη θανή σου.

Δευτέρα 9 Μαΐου 2016

ΚΡΙΜΑ,

Κρίμα εσύ που μ έδιξες
ποιόν δρόμο να βαδίσω
δεν είσαι τώρα δίπλα μου
για να με οδηγείς.
Τώρα π αργά αργά μονάχος μου
άρχισα να λυγίζω
δεν θα κρατώ το χέρι σου
σαν πέσω καταγής.

Μα όπου κι αν ευρίσκεσαι
και όπου είσαι κρυμμένος
σε μένανε η σκέψη σου
θα τρέχει νοερά
μονάχα Θεέ μου μην τυχόν
και είσαι πεθαμένος
τότε θα είμαι άτυχη
γι ακόμη μια φορά.


Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ

Και τώρα που θα φύγω
μην πεις πως θα ξεχάσω
μα έστω και για λίγο
ότι ζήσαμε μαζί.

Θα σ έχω στην καρδιά μου
στη σκέψη μου θα είσαι
θα έρχεσαι στα όνειρά μου
φως σε ζωή πεζή.

Εσύ είσαι η αιτία
που νιώθω ότι υπάρχω
μου έδωσες το κουράγιο
για να χαμογελώ.

Πως η ζωή θ ανθίζει
για πάντα στη καρδιά μου
δίπλα μου σαν θα σ έχω
το χέρι σου να κρατώ.

Σ αφήνω με μια θλίψη
μα ελπίζω να περάσει
γρήγορα ο καιρός
γιατί θα μ έχεις λείψει
και η ψυχή μου θα είναι
σαν γκρίζος ουρανός.

Ο ΥΠΝΟΣ

Ύπνε γιατί μου έφυγες
και τρέχω να σε πιάσω
οι σκέψεις μ εμποδίζουνε
το βήμα μου ν ανοίξω
και συ όλο φεύγεις χάνεσαι
κι εγώ πως να σε φτάσω
αφού εκείνες με κρατούν
και πως να τις ξεφύγω.

Παλεύω τα μεσάνυχτα
τα μάτια μου να κλείσω
κι όσα μου έρχονται στο νου
ευθύς να τ αρνηθώ
κι από την πόρτα του μυαλού
έξω πια να τ αφήσω.

Παρακαλώ σε γύρισε
και διώξε όλα εκείνα
που με κρατούνε από σε
τις νύχτες μου μακριά.
και πάρεμε στα χέρια σου
σαν όμορφη σειρήνα
ταξείδεψέμε  μ όνειρα
γλυκά ξεχάστηκα.

ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΜΟΝΑΞΙΑΣ.

Σύννεφα εις τον ουρανό
μαζεύονται μεγάλα.
Κρύφτηκε ο ήλιος χάθηκε
θ αρχίσει η βροχή.
Θ ακούω μελαγχολικά
σαν πέφτει στάλα στάλα
ένα τραγούδι μοναξιάς
θα λέει στη ψυχή.

Η κάθε μέρα που περνά
ίδια όπως κι οι άλλες
δεν έχουν καμία έκπληξη
όπως πια οι παλιές.
Κάνουν μεγάλα βήματα
και δρασκελιές μεγάλες
περνούν και φεύγουν βιαστικά
βουβές χωρίς μιλιά.

Και τις κοιτώ ανήμπορη
χλωμές να ξεμακραίνουν
άδεια τα χέρια είναι πια
απ όσα είχα εκείνα
που ομορφαίνουν τη ζωή
κι ευφραίνουν την καρδιά
της νιότης μου τα λούλουδα
της νιότης μου τα κρίνα,

Τετάρτη 4 Μαΐου 2016

ΚΛΕΙΣΤΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ.

Κλειστά μην έχεις τα παράθυρα
άσε να μπει το φως του ήλιου.
Μην είσαι μόνος μες στη κάμαρη
στου σκοταδιού σου το βασίλειο.

Άσε την καρδιά σου ελεύθερη
με κάθε τι μην την τρομάζεις
είναι η ζωή μας τόσο σύντομη
και μην στη πλάστηγκα.την βάζεις.

Αλλιώς δεν χαίρεσαι τα δώρα σου
που Ο Θεός άφθονα δίνει
και τρέχεις τρέχεις τον κατήφορο
όπου ο δρόμος ξάφνου κλείνει.

Και ξαφνικά αναλογίζεσαι που πάμε
στον κόσμο ετούτο γιατί ήρθαμε
ποιος ο σκοπός μας πιο το όνειρο
Δεν το προσέξαμε γερνάμε.

Μη φυλακίζεις την καρδιά
άσε ελεύθερη να ζήσει
ξέρει αυτή να οδηγεί
ξέρει αυτή να περπατήσει.

Η ΜΟΙΡΑ

Το δρόμο όπου χάραξε
η μοίρα ακολουθώ.
Μα σήμερα δε μπόρεσα
πια άλλο να βαδίσω
τα πόδια μου κουράστηκαν
και είπα να σταθώ
να την φωνάξω να την πω
κάτι να την ρωτήσω.
Λαχανιασμένα φώναξα
μονάχη ερημωμένη
μα μόνο ο αγέρας άκουσε
τη σπαραχτική φωνή μου.
Τη ρώτησα τι μήνυμα
τι άλλο με προσμένει
και κείνη δεν απήντησε
στην ύστατη κραυγή μου.

ΠΕΝΗΝΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Πενήντα χρόνια πέρασαν
σαν νάτανε αγέρας
σκορπίζοντας τριγύρω μου
λογής λογής καρπούς.
Σαν νάτανε περίπατος
που έκανα μιας μέρας
αφήνοντας στο διάβα μου
μυριάδες στεναγμούς.
Αλήθεια συλλογίζομαι
πως φύγαν τόσα χρόνια
ούτε που το κατάλαβα
σαν νάταν μια αστραπή
που ξάφνου έφερε βροχή
κι έπειτα ήρθαν χιόνια
πάγωσαν όλα γύρω μου
κρύωσε και η ψυχή.
Και τώρα σκύβω από τη γη
μαζεύω απομεινάρια
μίας ζωής που πέρασε
κομμάτια σκορπισμένα
σαν φύλλα όπου έριξε
απ του δένδρου τα κλωνάρια
ένας αγέρας δυνατός
στης νύχτας τη σιγή,


ΑΠΟΨΕ

Απόψε  ήρθα δίπλα σου αθόρυβα πολύ
.στο δρόμο συμβαδίζαμε σαν άγνωστοι διαβάτες
ήσουν μικρή μου σκυθρωπή και λίγο ντροπαλή
η φαντασία σου έπλαθε τα χρυσοόνειρά της.

Σε  μίλησα και ξάφνιασες ω απρόσκλητη στιγμή
με πίκρα ίσως σκέφτηκες πως ήρθα σ άλλη ώρα
κι έκοψα το ταξίδι σου σε χώρα εξωτική
καθώς ο νους σου έτρεχε που ν΄αξερα  όμως τώρα.

Δεν μου μιλούσες κι ένιωσα μια πίκρα στη καρδιά
ήσουν στ αλήθεια πες μου το στ αλήθεια θυμωμένη
φεύγω καλή μου ίσως ρθω κοντά σου άλλη βραδιά
όταν δεν θάναι η καρδιά στο όνειρο μπλεγμένη.

ΠΑΡΑΠΟΝΟ.

Αλλιώς φαντάστηκα να ζήσω τη ζωή μου.
Χαρές λουσμένες στης σιγής το δάκρυ.
Νάχει σκεπάσει τον κρυφό καημό μου
τ άλλα απόμερα να ζούνε σε μια άκρη.
Και συ σαν όνειρο στον νου μου να διαβαίνεις
πάντα σαν φλόγα του κεριού αναμμένη
ο ίσκιος σου κοντά μου πάντα νάναι
παρέα μες στη νύχτα σαν κοιμάμαι.
Αλλιώς φαντάστηκα να ζήσω τη ζωή μου.
Γύρω σφυροκοπούν της μοίρας μου οι ανέμοι
και χιλιοσπούν το δένδρο μου με βία.
Πως της ψυχής μου πέφτουνε τα φύλλα
ξερό κλαδί μονάχο σιγοτρέμει.
Η αγωνία μέσα μου με πνίγει
του χρόνου γρήγορα γυρίζει η ανέμη
άξαφνα γύρω γύρω με τυλίγει
με δένεις κοινωνία χαλασμένη.