Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

ΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΕΣ ΑΓΑΠΗ

Καλώς όρισες αγάπη
μες στην άδεια μου καρδιά.
Τώρα γέρνω το κεφάλι
απ την άλλη τη μεριά.
Και κοιτάζω τη ζωή μου
μ άλλα μάτια τη θωρώ.
Αν εσύ θάσαι μαζί μου
τότε μπρος θα προχωρώ.
Κάνω όνειρα και πάλι
μα φοβάμαι μη χαθώ.
 Μες στη τόση παραζάλη
ξάφνου μόνη μη βρεθώ,
Πως φοβάμαι το σκοτάδι
έχει τόση ερημιά.
Όταν έρχεται το βράδυ
φέρνει και τη μοναξιά.






ΛΕΥΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ

Ότι κι αν γράψει η μοίρα για μας
εμείς φτιάχνουμε στο περιθώριο ζωγραφιές.
Αφήνουμε ακόμη λευκές σελίδες στο βιβλίο.
Η ζωή μας γεμάτη σημειώσεις.
Τρέχει το τρένο της ζωής
περισσότερο από τις αντοχές του.
Και συ όλο ονειρεύεσαι.
να γυρίσεις πίσω στο Σταθμό
όπου ξέχασες τις πολύτιμες αποσκευές σου.
Από πότε η καρδιά
αναγνωρίζει τα λάθη της.
και πρόθυμα τ αποχωρίζεται΄.

Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2015

ΛΥΤΡΟΜΟΣ.

Λυτρώσου από κείνο που σε παιδεύει.
Λυτρώσου από κείνο που σε κρατά.
Δεν βλέπεις η ζωή στο τέλος οδεύει
και τίποτε πλέον δεν μένει μετά.

Στην πόρτα του χάρου έχουμε φτάσει.
Μισό βήμα μένει να μας ανοίξει
καλότυχος εκείνος που έχει προφτάσει
τα πάθη το όλα να μπορέσει να πνίξει.

Δεν ξέρω ποτέ αν μ έχεις αγαπήσει
σ αυτή τη ζωή η μ έχεις μισήσει.
Μα μέσα μου νοιώθω την αγάπη σου λίγη
κι αυτό από χρόνια μια πληγή μου ανοίγει.

Ως τόσο εγώ σ αγαπώ αδελφέ μου
και μίσος δεν ένοιωσα για σένα ποτέ μου.
Παρ όλες τις πίκρες που μου έχεις δώσει
αγάπη μονάχα για σένα έχω νοιώσει.




ΠΛΑΝΗ

Πλάνη τα λόγια σου τα χίλια
που βγήκαν απ αυτά τα χείλια.
Τα λάτρεψα αλήθεια τόσο
<Ποτέ μου δε θα σε πληγώσω>
Θυμάμαι τρίτη ήταν του Μάρτη
μα ίσως νάταν και Τετάρτη.
Δεν το θυμάμαι πάνε χρόνια
παιδιά σαν παίζαμε στ αλώνια.
Μα τίποτα απ τα λόγια εκείνα
μου μοιάζαν ανθισμένα κρίνα
δεν μοίρισαν ούτε ανθήσαν
θλίψη μονάχα με γέμισαν.
Μείνανε τόσο μαραμένα
δεν μου θυμίζουν πια εσένα.

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

ΠΡΟΣΠΑΘΩ ΝΑ ΘΥΜΗΘΩ

Τώρα αναπολώντας
τον χρόνο που πέρασε
στις μακρινές χαραμάδες της ζωής
προσπαθώ να θυμηθώ
τους σταθμούς της.
Είναι τόσοι πολλοί
η μνήμη μπερδεύεται.
Ποιοι είναι της χαράς
και ποιοι είναι της λύπης.
Ο νους σεργιάνισε νοερά
στα ταξίδια του χρόνου.
Ξεθωριασμένες εικόνες
και άλλοτε ζωντανές.
Παρασέρνουν την ψυχή μου
σ ένα μοναχικό κάλεσμα
ενός μακρινού παρελθόντος.
Δεν πρέπει να ξεχασθεί
μαζί του θα ξεχασθεί
και η ύπαρξή μου.

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Ο ΠΟΝΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ

Έμειναν τα μάτια να κοιτάνε
στο παράθυρό σου το κλειστό
κάτι από σε αναζητάνε
λίγο φως τους ήταν αρκετό.

Άδειο έχει μείνει ποια το σπίτι
ένοικος είναι η ερημιά
κι η ψυχή μου σαν μικρό σπουργίτι
νοιώθει πως του πήραν τη φωλιά.

Φύγαν τα λουλούδια απ το μπαλκόνι
κατεβήκαν κάτω τα ρολά
Μια εποχή όπως όλες τελειώνει
κι άλλη άγνωστη πάλι αρχινά


Απ το σπίτι ξεριζώθηκες παιδί μου
έφυγες να βρεις αλλού δουλειά
μοναχή τώρα παλεύω τη ζωή μου
Σαν τ απόδημα έφυγες πουλιά.

Άραγε στα ξένα εκεί που πήγες
σκέπτομαι αλήθεια πως θα ζήσεις
μέσα μου φοβάμαι έχεις λίγες
πιθανότητες για να ξαναγυρίσεις.

Φεύγουν απ τις μάνες τα παιδιά τους
οι μεγάλοι δίχως ενοχές
πως κατάντησε τη χώρα η αφεντιά τους
να μένουνε οι μάνες μοναχές.

Στα παράθυρα μαλώνουν κάθε μέρα
την καρέκλα τους ο καθ ένας τους κοιτάζει
καταστρέψανε τη χώρα πέρα ως πέρα
κι αν κατέστρεψαν τους νέους δεν τους νοιάζει.

Το σπίτι κάθε μέρα το κοιτάζω
το έρημο το σπίτι το κλειστό
στην παράνοια θαρρώ πως πλησιάζω
πως τίποτα δεν άλλαξε και πως είσαι εδώ.



Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΙΩΝΕΣ

Ζω μόνο με τα όνειρα
και τις αναμνήσεις.
Κι έχω την ψευδαίσθηση
πως θα ξαναγυρίσεις.
Μα είναι το ταξίδι σου
μακρινό και κρύο
κρίμα που δεν πρόφτασες
να μου πεις αντίο.
Κι όλο σε περίμενα
κι όλο σε ζητούσα
το τηλέφωνο βουβό
κι όλο απορούσα.
Ξάφνου ήρθε είδηση
μαχαιριά στο στήθος
μου είπαν πως ε χάθηκες
στο μεγάλο πλήθος.
Εκεί που πάνε οι άνθρωποι
χρόνια και αιώνες
νύχτες αξημέρωτες
κι ατέλειωτοι χειμώνες.
Κι έτσι ο κύκλος έκλεισε
μέσα στη σιωπή σου
και η ζωή μου χάθηκε
μαζί με τη δική σου.

ΤΑ ΚΛΑΔΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΉΣ ΜΟΥ

Γέρνω το κεφάλι στη φλούδα της γης
κι ακούω την ανάσα της.
Τα χελιδόνια ξεχύθηκαν
και φτεροκόπησαν στ ανθισμένα
κλαδιά της ψυχής μου.

Ντύνω τους φόβους μου
με φανταχτερούς χιτώνες
να ξεγελάσω την ατυχία μου
που ίσως απρόσμενα με πλησιάσει.

MEΤΑΓΓΙΣΗ

Μία βρυσούλα είναι η ψυχή σου.
που στάζει τρυφερότητα.
Η ψυχή μου πέταξε σαν τον χαρταετό
σεργιάνισε στις αλάνες του Παραδείσου.
Ένα χαμόγελο που μόλις πήγε ν ανατείλει
μάταια προσπάθησε να μεσουρανήσει
.Τα όνειρα πάντα λακίζουν
μόλις φτάσουν στις πύλες της αλήθειας.
Δεν μας περιμένουν εκεί να μας υποδεχθούν.
Κι αν κάποιο τύχει και ξεμείνει
γέρνει μαραμένο και δακρύζει.
Θ άθελα να ξεχαστώ να ονειρευτό
ν αρμενίσω μακριά εκεί. Εκεί
που δεν υπάρχουν πλανερές ελπίδες.
Θ άθελα να υπάρχει ένα αυτί
ν ακούσει το γέλιο και το κλάμα μου.
Η φιλία  δεν πρέπει να έχει κουρτίνες.
Η αγάπη μοιάζει με αίμα
για να δεχθείς τη μετάγγιση
πρέπει να έχεις την ίδια ομάδα.



ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ

Για δες
έγινα μια οντότης
Για δες
θα το μάθει η ανθρωπότης.
Για δες
μια σφραγίδα στο στήθος.
για δες
ξεχωρίζω απ το πλήθος.
Για δες
Τώρα θε να προβάλω
.Για δές
μ ένα πρόσωπο άλλο.
Για δες
θάχω πάνω μου κάτι.
Για δες
θα με δουν μ άλλο μάτι.
Για δες
Μου έχουν δώσει  βραβείο
Για δες
Προς το τέλος του βίου.

ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ

Μια φορά περνάς απ τη ζωή
χάνεσαι μετά και σβίνεις
μια εικόνα ξέθωρη θαμπή
πίσω στους απόγονους αφήνεις.

Αν το έργο σου είναι σημαντικό
θάναι στ όνομά σου μια σφραγίδα.
Δεν θ αφήσεις πίσω σου κενό
στην αθανασία μια ελπίδα.

Μα κι αυτή σιγά σιγά περνά
στους αιώνες μένεις υποψία
δυστυχώς ο άνθρωπος ξεχνά
<ως τα πάντα ρει χάνεται η ουσία.>

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015

ΠΕΡΑΣΕΣ

Όσο έχω εσένα
δεν φοβάμαι κανένα
μου είχες πει ένα βράδυ
στο πυκνό το σκοτάδι
με τα φώτα σβησμένα
με κεριά αναμμένα.
Τη μορφή σου κοιτούσα
την καρδιά μου ρωτούσα.

Πέρασες όμως και πας
και εμένα ξεχνάς
και πίσω σου μ αφήνεις..
Σαν να ήταν μια στιγμή
ολόκληρη ζωή
εσύ τώρα τη σβήνεις.


ΠΕΣ ΜΟΥ.

Τραγούδησε μου τη ζωή
τραγούδησε μου και τη νιότη
και πες μου τι σου έχει πει
για να το μάθω εγώ πρώτη.

Αν όλα ήτανε σωστά
η σου χρωστά ακόμη κάτι.
Άν θα στα δώσει από μετά
η θα κρατήσει ένα κομμάτι

.Κανείς τη νιότη τη ζωή
δεν έχει ζήσει με γαλήνη
όσο κι αν τόσο προσπαθεί
εκείνη παίρνει λίγα δίνει,

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

ΟΤΑΝ ΧΑΘΩ

Όταν χαθώ
κάτι θ αφήσω να θυμάσαι
από μένα
Ένα τραγούδι ένα γράμμα
μια ζωγραφιά.
Και γω μαζί μου κάτι θα πάρω
από σένα.
Στη μοναξιά μου στη σιωπή
για συντροφιά.
Ίσως το γέλιο σου νάναι διάχυτο
στον ουρανό.
Να το ακούω σαν ένα ξύπνημα
το πρωινό.
Μα η εικόνα σου μες στη ψυχή μου
θάχει κρυφτεί.
Μέρα και νύχτα η συντροφιά μου
θα είναι αυτή.

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2015

ΠΡΟΣΜΟΝΉ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ

Έχω δυο νιους έχω δυο γιους
έχω δυο παλικάρια..
Λεβέντες μου καμαρωτούς
της νιότης μου βλαστάρια.
Ο ένας κοντά μου στέκεται
η ξενιτιά τον άλλον τρώει.
Μοιράστηκε η καρδιά στα δυο
ο πόνος μοιρολόι.
Γιε μου αχ άνοιξε φτερά
και πέταξε κοντά μου
γίνε αναπάντεχο πουλί
και μπες στη κάμαρά μου.
Κι απ τη χαρά μου να γενώ
λεύκα και κυπαρίσσι
στους ίσκιους τους ν αναπαυτείς
και η φωνή του αηδονιού
να σε γλυκοξυπνήσει..
Στα μάτια σου να σε κοιτώ
να νιώθω την πνοή σου.
Με  τη λαχτάρα στη ψυχή
να ζω απ τη ζωή σου.
Κι αν πάλι αργήσεις για να ρθεις
υπομονή θα κάνω
για να σε ιδώ στερνή φορά
δίπλα μου πριν πεθάνω.






Ο ΔΙΑΥΛΟΣ

Στο δίαυλο της νιότης σου γυρνάς
τρέχει ο νους σου σαν ρυάκι μες στο χρόνο.
Ένα σημάδι έχεις κρύψει στη καρδιά
είναι γεμάτο από αναμνήσεις κι από πόνο
Της  μνήμης σου σκαλίζεις το πιθάρι
με της ψυχής σου το ραβδί
παίρνεις τα όνειρα μαζί σου και πετάς,
σε μια αυλή που έχει γεμίσει πια χορτάρι
εκεί που έπαιζες σαν ήσουνα παιδί,
Μες σε ανθόσπαρτα σοκάκια μυρωμένα
έσπασες της μουριάς ένα κλαδί
και έκλαιγες με χέρια ματωμένα
φοβόσουν κανείς μήπως σε δει.
Σε χάιδεψε ένα χέρι στοργικό
της Μάνας το αγαπημένο χέρι
σε φίλησε μ ένα φιλί γλυκό
και έτρεξε οινόπνευμα να φέρει.
Ν αποστειρώσει να σου γιάνει η πληγή
εσύ με βλέμμα φοβισμένο όλο κοιτούσες
μα ξάφνου σου έδωσε ακόμη ένα φιλί
κρυφά σου τόδωσε  εκείνη που αγαπούσες.
Ήταν μια άδολη αγάπη παιδική
κοκκίνισαν με μιας τα μάγουλα σου
έφυγε ο πόνος χάθηκε η πληγή
σαν κάρφωσες σε κείνη τη ματιά σου.
Παιδούλα εκείνη με μάτια γαλανά
καθρέφτιζαν της θάλασσας το χρώμα
Μετάξια τα ξανθά της τα μαλλιά
κόκκινο τριαντάφυλλο το στόμα.
Τα σκέφτεσαι όλα εκείνα μακρινά
η φαντασία σου πως όλα τα σιμώνει
κάνεις το χρόνο πίσω να γυρνά
η σκέψη με τα όνειρα ανταμώνει.