Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ

Ένα καλοκαιρινό μεσημέρι΄
έκρυψα την ψυχή μου
κάτω από τον ίσκιο
μιας ανθισμένης πικροδάφνης.
Μόνο την ομορφιά σου
έμαθα να αναγνωρίζω.
Το σκοτεινό σου πρόσωπο
πως  να το ψηλαφίσει η ψυχή μου.
Τη μουσική της σιωπής σου
έμαθα να ακούω.
Η αγάπη όταν γίνεται κραυγή τρομάζει.
Η ερημιά δεν δίνει ποτέ πληροφορίες
για όσους αγάπησες.
Όσοι έγειραν ξεχάστηκαν
πάνω στα όνειρα τους.
Η μοίρα έλιωσε μέσα στις χούφτες της
τις αφύλαχτες ψυχές τους.
Αλίμονο σε κείνους
που κλείνουν τις χαραμάδες της ψυχής τους
να μην ξεφύγει απ έξω ο καπνός.

ΚΡΙΜΑ

Κρίμα που ήρθες κι έφυγες
σαν νάσουνα αγέρας
και δεν εγέυτηκες ποτε
ετούτη τη ζωή.
Ήτανε τόσο σύντομο
το χάραμα της μέρας
κι ύστερα το σκοτάδι το βαθύ
.Κι αν η μικρή αναλαμπή
που σ έφερε στο κόσμο
μιας στάλας γεύση σ άφησε
πικρή η και γλυκιά
εκεί ψηλά που βρίσκεσαι
ένα σημάδι δος μου
πως είναι η ψυχούλα σου
αν όλα είναι καλά.
Για να μπορέσω και εγώ
λίγο να ησυχάσω
και η δική μου η ψυχή
να αναπαυθεί
Να ξέρω πως αν κάποτε
κοντά σου θε να φτάσω
το τέλος μου εδώ στη γη
εκεί θα είναι μια αρχή.

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

ΚΡΑΥΓΗ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ

Το ξέρω πως με αγαπάς
και νοιάζεσαι για μένα
μα εγώ πληγώνομαι πολύ
για τα δικά σου βάσανα
που είναι στοιβαγμένα

Να στ απαλύνω δε μπορώ
τον τρόπο δεν τον έχω.
μα κάνω γιε μου ότι μπορώ
βάρος σου να μη γίνομαι
την έγνοια σου πάντα έχω.

Κι αν αρμενίζεις σκεφτικός
μες στα προβλήματα σου
κι άν βλέπω πάντα αγέλαστα
πικρά τα δυο σου χείλη
κάνω τον κλόουν διαρκώς
για να μη δεις το δάκρυ μου
που στάζει στο μαντήλι

Ας όψονται οι αίτιοι
που κούρσεψαν τα νιάτα
και τη ζωή τους ρήμαξαν
το μέλλον τους άρπαξαν.
και σαν απόδημα πουλιά
θα γίνουνε φευγάτα
κι άδεια θα μείνει κι έρημη
της μάνας η αγκαλιά.

Σε ξένους τόπους φεύγουνε
την τύχη τος να βρούνε
αυτή που τους εστέρισε
η δικιά τους η πατρίδα
θάναι βαρύ το τίμημα
πίσω αν δεν γυρνούνε
γιατί γονιούς αφήνουνε
γέρους χωρίς φροντίδα.




Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

ΦΘΗΝΟΠΟΡΙΝΗ ΛΑΜΨΗ

Πέφτει το σούρουπο
στη γυμνή από δένδρα γη.
Μια ψυχρή φθινοπωρινή λάμψη.
κουρασμένη θλίψη
Ταξίδεψε τόσο δρόμο μαζί μου.
Κι όμως. Αισθάνομαι στις φλέβες μου
τη θερμή προσδοκία
μιας καινούργιας ευτυχίας.
Ο ήλιος πρόβαλε ξανά.
Μοιάζει να ξεπλένει την πόλη.
Την κάνει ν ασιμήζει από καθαρότητα
στο βαθύ της γκρίζας παγωμένης αυγής.
Χύθηκε στη ψυχή μου μια ζέση.
Ο μικρός της κόσμος κατοικήθηκε πάλι.
Ο κόσμος είναι μια σκιά.
Δεν διαβάζεται δεν νοείται.
Οι λέξεις δεν έρχονται μόνες
στέλνουν έναν ψίθυρο έναν αχό
στο κέντρο τ ουρανού
με τις τσέπες γεμάτες αινίγματα.
Η φαντασία μου ταξιδεύει
πέρα από το όριο της πόλης.
Προχωρεί σαν μεθυσμένη
μέσα στον τρομερό απέραντο κόσμο.
Όταν η ψυχή σου δεν ξέρει
παρά μόνο να τρικλίζει.

ΣΑΝ ΤΟΝ ΑΕΡΑ

Ο κόσμος είναι η εικόνα σου.
Σαν τον αέρα έχεις καλύψει όλο τον κόσμο.
Δεν  μπορώ να σ αγγίξω να σε δω να σ έχω.
Δεν υπάρχει στον κόσμο τόσος χρόνος
για να μ αναγκάσει να σε ξεχάσω.
Δεν θα πεθάνω ποτέ. Για να σε θυμάμαι.
Η σιωπή σου στέλνει τις φωνές σου.
Γύρω μου πετούν λόγια βουβά
ποιο εύγλωτα από τα ειπωμένα.
Ανοίγω το κουτί με τις εικόνες
και κείνες πλημμυρίζουν
φωταγωγώντας το μυαλό μου.
Αναπνέω το άρωμα της αθωότητάς σου.
Με ένα απλανές βλέμμα
κοιτάζω γύρω τη ζωή μου.
Τα μικροπράγματα που χαρακτηρίζουν
την ταυτότητα μιας προσωπικής ζωής.