Άρχισε ο λαός φωνάζει τα παράπονα του λέει
πως δεν είναι όλα ένταξη το καράβι τρύπιο πλέει
Πως αλλάζουν τα σημάδια κουμπαράδες αδειανούς
σαν ανοίγουνε πηγάδια και μας ρίχνουν ζωντανούς.
Η ζωή μας είναι φρίκη από όπου κι αν τη δεις
πιάσε πλάτη πιάσε μήκη άκρη μέση δε θα βρεις.
Βγαίνουν έξω στα μπαλκόνια ρήτορες πολιτικοί.
και υπόσχονται από χρόνια να αλλάξουν τη ζωή.
Πως θ αλλάξουνε το ένα και το άλλο από μετά
βουτηγμένοι μες στο ψέμα τάχουν κάνει όλα σκ-τα.
Κι όταν φτάσει ο καιρός τους για να ξαναεκλεγούν
Τάζει και ο πεθερός τους μα δεν πάνε να πνιγούν.
Κι αν η τύχη τους τους φέρει στη βουλή να μπούνε μέσα
ποιος τους είδε ποιος τους ξέρει έγια μόλα έγια λέσια.
Με υγεία μας στα άλλα στης βουλής τα προεόρτια
θα μας πουν λόγια μεγάλα για να πιάσουνε τα ντόρτια.
Κι έτσι πια όπως το πάνε με ψευτιές τους φίρι φίρι
αγαπάει ο Θεός τον κλέφτη όμως και τον νοικοκύρη.
από μακρυά ίσως θα βλέπουν τη βουλή στον άλλο γύρο
θα παρακαλάνε να ψηφίσει και η θειά τους η Αργύρω
Να τους φέρει ένα ψήφο από δω και από κει
μα κι αυτή θα πει[δε γλύφω η δική σου σου αρκεί]
Μήπως και διορθωθείτε και ίσως βάλετε μυαλό
να προσέχετε στο μέλλον τι θα λέτε στο λαό.
Κάνουν νόμους λεν προτάσεις μα αυτό δεν ωφελεί
να περάσουνε την ώρα πάνε όλοι στη βουλή.
Κι ο κακόμοιρος κοσμάκης δίνει παίρνει και χτυπιέται
στα ερωτήματα που θέτει τίποτα δεν απαντιέται.
Και ανώφελα προσμένει μήπως κάτι και αλλάξει
αχ την έρμη την Ελλάδα μπάχαλο την έχουν φτιάξει.
Τόσο που ντροπή με πιάνει να μας λένε Ευρωπαίους
κι ότι είμαστε οι γόνοι του μεγάλου Περικλέους.
Είμαστε τα αποπαίδια των μεγάλων μας προγόνων
Έλληνες κι Ελλάδα μόνο ήταν προ πολλών αιώνων.
Αυτοί δώσανε τα φώτα σ όλους και πολιτισμό
μα όλη μας η περηφάνια έπεσε σε μαρασμό.
Την ρημάξαν και την κλέψαν μας αφήσαν μ άδεια χέρια
και ποιος ξέρει αν θα δούμε πάλι άσπρα περιστέρια.
Να πετούν στον ουρανό μας σαν ένα δείγμα ηρεμίας
που θ αλλάξει τους ανθρώπους σε Αγγέλων κοινωνίας