Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Η ΑΛΛΗ ΟΨΗ

Κανένα πράγμα
δεν μοιάζει περισσότερο με ψέμα
από την ίδια την αλήθεια.
Η χειρότερη αλήθεια είναι καλύτερη
από το καλύτερο ψέμα.
Ονειρεύτηκα πολλά
φοβάμαι να ξυπνήσω.
Το δάκρυ έχει τρομερή ισχύ
κι ας είναι μια σκέτη σταγόνα.
Σαν νυχτώνει
μόνες τρυπίτσες στο σκοτάδι
τα μικρά μακρινά αστέρια.
Μια μελαγχολία με τυλίγει.
Η άλλη όψη της κραυγής.
Δεν αντέχω τις επίφοβες σιωπές
Η ύπαρξή μου ένα ατέλειωτο
μαγευτικό ηλιοβασίλεμα.


ΕΝΑ ΤΑΞΊΔΙ

Κάθε λουλούδι που ανοίγει
εγώ φεύγω μαζί του
για ένα ταξίδι στην ομορφιά.
Ανοίγει ένας φεγγίτης από την ψυχή μου
και ξεχύνονται θαρρώ
ένα σμήνος μικρά λευκά πουλιά.
Τ ακολουθώ με τα μάτια μου
σαν χάνονται στο βάθος του ορίζοντα.
Αν δεν έμαθες να φτάνεις στη κοντινή ακτή
ακολουθώντας ένα γλαροπούλι
άδικα έχασες τον καιρό σου
βλέποντας τον ορίζοντα.
Πάντα υπάρχει κάτι άλλο
εκτός από αυτό που σε βαραίνει.
Λίγο ποιο κει λίγο ποιο πέρα
φτάνει να γυρίσεις το κεφάλι και να δεις.




ΣΤΑΘΜΟΙ

Ότι κι αν γράψει η μοίρα για μας
εμείς φτιάχνουμε στο περιθώριο ζωγραφιές.
Αφήνουμε ακόμη λευκές σελίδες στο βιβλίο.
Η ζω.η μας γεμάτη συμπτώσεις
Τρέχει το τρένο της ζωής
περισσότερο από τις αντοχές μας
και συ όλο ονειρεύεσαι
να γυρίσεις πίσω στους σταθμούς
όπου ξέχασες τις πολύτιμες αποσκευές σου.
Από πότε η καρδιά.
αναγνωρίζει τα λάθη της
και πρόθυμα τ αποχωρίζεται.

ΟΤΑΝ ΣΕ ΚΟΙΤΑΖΩ

Όταν σε κοιτάζω
είναι σαν να σε παραδίδω
το κλειδί της ψυχής μου.
Μην τραβήξεις ποτέ το ριντό
Άσε την να τερματίσει
σ αυτήν την ψευδαίσθηση.
Οι σκέψεις κλείνουν τα βλέφαρα
γεμίζοντας το νου νυχτολούλουδα
θέλω να ξεφύγω
μα η ζωή έχει δρόμους με στροφές.






Σάββατο 15 Ιουνίου 2013

ΕΝΑ ΜΕΣΗΜΈΡΙ

Ένα μεσημέρι
στης καρδιάς τα μέρη
ήρθες να φωλιάσεις
άτακτο πουλί.
Για τα όνειρά μου
για τα όνειρα σου
μου ετραγοδούσες
βράδυ και πρωί.
Όμως μια νύχτα
μούπες καληνύχτα
άδειασε η φωλιά μου
άδειασε η ζωή.
Που είναι τα όνειρα μου
που είναι τα όνειρα σου
μόνο τα φτερά σου
μέσα στη φωλιά μου
βρήκα την αυγή.
Πήρες τα όνειρα μου
πάνω στα φτερά σου
κι  έμεινε η φωλιά μου
τώρα αδειανή.

ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ

Τα μάτια σου απέραντη γαλήνη
σαν θάλασσα που όταν ηρεμεί
όταν το θρόισμα τ ανέμου την αφήνει
να φαίνεται ωραία γαλανή.

Τα μάτια σου δυο άστρα που φωτίζουν
έναν απέραντο γαλάζιο ουρανό
όταν εκείνος σκοτεινιάζει λαμπυρίζουν
τον φέγγουν πάλι και τον κάνουν φωτεινό.

Τα μάτια σου που όταν τα κοιτάζω
χάνομαι μέσα τους και νιώθω πως μεθώ
χάνω το βήμα μου το χρώμα μου αλλάζω
και μαγεμένος στέκομαι και τα κοιτώ.


Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Α Γ Α Π Α Μ Ε

Αγάπα με όπως μ αγάπαγες
με την ορμή της πρώτης νιότης
και κλείδωσε με στη ψυχή
να νιώσω λίγη θαλπωρή
της μοίρας μου να μη με δει
το καλορίζικο της.

Αγάπα με όπως μ αγάπαγες
με την αγνή σου αγάπη μόνο
έχω ανάγκη την αγάπη σου
έχω ανάγκη τη στοργή σου
γλυκό κρασί της νιότης μου
που δεν παλιώνει ο χρόνος.

Αγάπα με όπως μ αγάπαγες
και γώ στα πόδια σου θα πέσω
και από τα  δάκρυα των ματιών
που πάνω τους θα στάζουν
να  σβήσω όλες τις πληγές
θάθελα να μπορέσω.


ΧΙΛΙΕΣ ΦΟΡΕΣ

Ψυχή μου μη γυρνάς στα περασμένα
σου κάνουνε κακό να τα θυμάσαι.
περίσσεψαν οι λύσεις μη λυπάσαι
καλύτερα να μείνουν ξεχασμένα.

Μην πας από τον τάφο τους επάνω
δάκρυ πικρό άλλο μη χύσεις
σου φτάνει με το παραπάνω
πλήρωσες δε θα ωφελήσει.

Κλείδωσε τώρα την καρδιά σου
κι όσο πολύ κι αν σε στοιχίσει
άσε απ έξω τ όνειρα σου
και η ζωή σου ας συνεχίσει.

Στο δρόμο αυτόν όπου σου μένει
πίσω μη στρέψεις το κεφάλι
πάρτο απόφαση πως τώρα
κι εκείνου η ζωή ειν άλλη.

Κάνε θολές τις αναμνήσεις
στου κρεβατιού το προσκεφάλι
πίσω σου ποια να μη γυρίσεις
χίλιες φορές στο λέω πάλι.

Πες ένα για και μη δακρύζεις
άλλαξε φύλλο και σελίδα
είναι αργά για συγκινήσεις
δες στον καθρέφτη μια ρυτίδα

που αυλακώνει τη μορφή σου
και τόσες άλλες από γύρω
ψυχή μου μέσα στη καρδιά σου
κάνε μου τόπο για να γύρω..





Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Κύριε. Πάνω στη θάλασσα περπάτησες
στ αφρισμένα κύματα στάθηκες όρθιος.
Αέρινος με την αιώνια γαλήνη σου
που ανέδυε η θεία μορφή σου.

Κύριε.Το χέρι σου άπλωσες το θεϊκό
και κράτησες τον μαθητή σου που λιποψύχησε
Δείχνοντας το μεγαλείο σου και τη δύναμη σου
σ όσους η ψυχή τους αδειάζει από την πίστη τους.

ΤΑ ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Εκεί στην άκρη ενός γκρεμού
καθόμουν α μια μέρα.
Σκέψεις πολλές βασάνιζαν
το άδολο μυαλό μου
ένιωθα πως πνιγόμουνα
στο αδιέξοδο μου.
Μα ξάφνου ακούω μια φωνή
να λέει ' καλημέρα '.
Ήταν ένας γέροντας σκυφτός
που σιγοπερπατούσε.
Τα χρόνια τον βαραίνανε
κι οι ώμοι του γυρμένοι
σαν η ζωή να έφευγε
και τον επροσπερνούσε
κουφάρι αβοήθητο
στην άγρια ειμαρμένη.
Κάθισε να ξεκουραστεί
με κόπο κι ανημπόρια
άφησε την πραμάτεια του
που ώρες κουβαλούσε
κι ένα βαθύ αναστεναγμό
μαζί με στεναχώρια
άφησε απ τα χείλη του
που στη καρδιά κρατούσε.
Τι έχεις γέροντα ρωτώ
γιατί είσαι λυπημένος΄΄
από ποιον τόπο μακρινό
και ποιους άγνωστους δρόμους΄΄
περπάτησες και έφτασες
εδώ πάνω κουρασμένος
και ποια είναι τα βάσανα
που κύρτωσαν τους ώμους΄΄
Με κοίταξε με τα θολά
τα γέρικα του μάτια
και ζάρωσε το μέτωπο
με μια ύστατη προσπάθεια
μιλώντας με αργά αργά
τα λόγια του μετρούσε
τη θύμηση του έφερνε
στο νου και προσπαθούσε
να θυμηθεί τα βάσανα
και ότι τον πονούσε.
Φαμίλια είχα και εγώ
όπως ο κόσμος όλος
παιδιά γυναίκα σπιτικό
ζούσα ευτυχισμένος
μα ήρθε μια μέρα σκοτεινή
που ο ήλιος είχε σβήσει
από τα βόλια τα φριχτά
και τα φαρμακωμένα
από αντάρας σύννεφο
από φωτιά και λάβα
κι όλα όσα είχα τάχασα
στου βίου μου τη δύση
και μόνος τώρα έμεινα
γέρος δυστυχισμένος.
Πήρα τα όρη τα βουνά
ανθρώπους να μη βλέπω
μονάχος μου στην ερημιά
τ αγρίμια είναι καλύτερα
συντρόφους να τα έχω.
Γιατί οι άνθρωποι θαρρώ
πιότερο κι απ τ αγρίμια
είναι η ψυχή τους βάναυση
και έλεος δεν έχουν.
Κι αν τη ζωή σου κάνουνε
θρύψαλα και συντρίμμια
σε προσπερνούν αγέρωχοι
χωρίς να σε προσέχουν.
Τώρα δεν έχω τίποτα
μόνο τον εαυτό μου
αφού τα πάντα έχασα
έσβησε το χωριό μου
δεν έχω γη και σπιτικό
δεν έχω εγώ πατρίδα
έτσι το θέλουν οι τρανοί
να ζουν οι άνθρωποι στη γη
χωρίς καμιά ελπίδα.
Σαν άκουσα το γέροντα
να λέει τα βάσανα του
που ήταν μεγαλύτερα
απ όσο τα δικά μου
σηκώθηκα και κάθισα
δίπλα του και σιμά του
σκουπίζοντας το δάκρυ του
απ τη θολή ματιά του.



Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΕΤΗΤΟ

Δεν είναι απαραίτητο να φύγουμε όλοι μαζί
καθ ένας έχει τη δική του πορεία
όπως τον έταξε ο Θεός να ζει
γράφοντας τη δική του ιστορία.

γι αυτό ο ένας πίσω κι ο άλλος  εμπρός
θα ανταμώσουμε στο ίδιο μέρος
όταν θα έρθει η ώρα κι ο καιρός
είτε είναι νιος είτε είναι γέρος.



ΣΤΙΣ ΧΑΡΑΚΙΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ

Στις χαρακιές της ψυχής μου
τρέχει ο καημός σου
βγάλε από μέσα σου
τα μουχλιασμένα όνειρα
και άπλωσετα στον ήλιο
να λιαστούν.
Βάλε σημάδι στ όνειρο
για να μπορώ να σ έβρω.
Κι αν περπατάς στους κεραυνούς
πάρε και με μαζί σου
για να σε μάθω τα κρυφά
μικρά περάσματα τους.

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2013

ΞΕΝΗΤΙΑ

Τις ώρες τούτες τις πικρές
του χωρισμού τις ώρες
είναι η ψυχή μου σαν κλαρί
που απ τον αγέρα σπάει
το δάκρυ απέμεινε στεγνό
δεν τρέχει δεν κυλάει.

Μόνο τα μάτια είναι αυτά
που χίλιους τρόπους έχουν
τον πόνο τους να δείξουνε
τη λύπη στη θωριά τους
τις ώρες τούτες τις πικρές
του χωρισμού τις ώρες
δεν θα μπορώ να κρατηθώ
να σφίξω την καρδιά μου.

Κι όταν θα φύγω από εδώ
και θα γυρίσω πίσω
από τα ξένα τα πικρά
και τα φαρμακωμένα
ένα κομμάτι της ψυχής
θε να το ακουμπήσω
σε σας παιδιά μου εγγόνια μου
πολυαγαπημένα.

Είναι πικρή η ξενιτιά
τόσοι τ ομολογήσαν
μα εγώ όπου την έζησα
τόσο καλά την ξέρω.
Αγαπημένα πρόσωπα
όσοι πίσω αφήσαν
υπέφεραν όπως και γω
τώρα θα υποφέρω.

Δεν βρίσκω λόγια για να πώ
και να τα περιγράψω
είναι η ζωή αφόρητη
ξένος μέσα στους ξένους
κι αν δάκρυα αναβλύζουνε
και μ έρχεται να κλάψω
είναι γι αυτούς που θα τους δω
σαν φεύγω πονεμένους.




ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΩΣ

Πως να ξαποστάσει ο νους μου πως
π  όλη μέρα γύρω σου γυρνά
της φωνής σου ο γλυκύς αχός
πόσα πράγματα δε μου ξυπνά...

Πως να ησυχάσει η ψυχή μου πως
όταν απ το σώμα μου έχει βγει
κι έρχεται σε σένα σαν πυρσός
κάποιο χέρι λες την οδηγεί.

Πως να ηρεμήσει η καρδιά μου πως
κάθε βράδυ που καρδιοχτυπά
πριν η πρώτη αχτίδα βγει
στου ονείρου το λουσμένο φως
έρχεσαι και φεύγεις την αυγή.

 Πως να ηρεμήσω πες μου πως
που μου πήρες νου ψυχή καρδιά
κι έμεινα ένας ξερός κορμός
που του κόψαν ΄όλα τα κλαδιά.

ΣΤΟΝ ΛΕΥΤΕΡΙ

Τα μάτια σου
Το φως της καλοσύνης
εκπέμπουν όταν σε κοιτώ
Αγάπη που απλόχερα τη δίνεις
κοντά σου πάντα θάθελα να ζώ.
Η ψυχή σου άγγιγμα ιερό
αθώα αμόλυντη αγία.
Πυγή δροσιάς και γάργαρο νερό.
μες στη ζωή θεόφραστη οδηγία.
Με το χαμόγελο σκοτάδια διαλύεις.
Στο άγγιγμα ενός χεριού
αισθήματα αγάπης διαμηνύεις.
Στο πρόσωπο σου λάμψη αστεριού.


Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

ΦΑΝΤΑΣΟΥ

Κλειστά παράθυρα κι αν έχεις
μία αχτίδα θα τρυπώσει
χαρά ζωή για να σου δώσει.

Και αν τα μάτια σου θολώνουν
κοίτα της θάλασσας το χρώμα
και στάσου ακόμα.

Λίγο ψηλά στρέψε τα μάτια
και δες του ουρανού το χρώμα
και στάσου ακόμα.

Κοίτα της νύχτας τ αστρόφεγγη
πόσο λαμπρό είναι κι ωραίο
κοίτα μες στη ψυχή σου φέγγει.

Μα ακόμα λίγο στάσου
πριν πεις μια λέξη και φαντάσου
πως θάμασταν αλήθεια τώρα
χωρίς αυτά τα Θεία δώρα


ΣΕ ΣΕΝΑ ΨΥΧΉ ΜΟΥ

Είναι ο τόνος της  φωνής σου όταν μιλά
μια λυπημένη άρπα που μαγεύει
Πολλές φορές κάνει το δάκρυ να κυλά
από ευτυχία από χαρά η κι από πόνο ακόμα.

Γέρνει η ψυχή μου σαν λυγαριά σαν φύλλο μαραμένο
όταν ακούω τον λυγμό σου να σπαράζει
η καταχνιά όλα τριγύρω τα σκεπάζει
και η ζωή δεν έχει ποια κανένα χρώμα.

Πληγή ανοιχτή που πότε πότε τη σκεπάζω
είναι η ψυχή μου  και συχνά αιμορραγεί
κι άλλοτε πάλι βγάζει απέλπιδα κραυγή
που φτάνει ως την πόρτα τ ουρανού.

Δίχως ελπίδα δεν μπορώ όμως να ζώ
το καταφύγιο μου είσαι Θεέ μου και το ξέρεις
πως περιμένω κάποιο θαύμα να μου φέρεις
όχι σε μένα μα στη ζωή ενός παιδιού.