Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

AΝΑΖΗΤΟΝΤΑΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΦΑΙΝΕΤΑΙ

Θωπεύω βελούδινα χρώματα
τριγύρω στον αέρα.
Η τρυφερότητα κάθισε στην ψυχή μου
Η νύχτα γέμισε μάτια.
Λάμπουν τόσα άστρα στα μακρινά νησιά
που δεν μπορώ να φτάσω.
Στα διαλύματα του φόβου μου
χαζεύω τα καντήλια της νύχτας.
Ακούω στο αργυρό τάσι της σιωπής
να πέφτουν οι στιγμές.
Κοιτάζω το ολάνθιστο χάος της νύχτας.
Στέκομαι στο ακίνητο σημείο
του περιστρεφόμενου κόσμου.
Η ψυχή μου ταξιδεύει μόνη στα όνειρα.
Η φαντασία κουράστηκε να συντηρεί τη μνήμη
αναζητώντας ότι δεν φαίνεται.


Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

ΘΥΜΗΣΟΥ

Θυμήσου πως ξεκίνησες
κι άρχισες τη ζωή σου
Θυμήσου πως περπάτησες
μικρό παιδί που ήσουν.
Είχες μια όμορφη ζωή
με ήλιους και με μπόρες
είχες κάποιες ανηφοριές
και κάποιες κατηφόρες.
Στον ίσιο δρόμο βάδιζες
κορώνα η ηθική σου
ότι καλό το μάζευες
και τόπερνες μαζί σου.

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΥΘΕΝΑ

Δεν έχει άλλο δρόμο
πέρα από το πουθενά.
Είναι καλύτερα να ταξιδεύεις
γεμάτος ελπίδες
παρά να φτάνεις στον προορισμό σου.
Όλα τότε  μοιάζουν
σαν να έχουν κλειστεί
στις σελίδες ενός βιβλίου.
Εκεί σε υποδέχεται
μία απέραντη σιωπή.
Μέσα στα μάτια φωλιάζει
το χρώμα της κούρασης.
Ταξιδεύεις μακριά από
τον προορισμό της ψυχής σου΄.
Ένα χλωμό ηλιόφως
μιάς χειμονιάτικης μέρας
θα κλείσει τη ζωή σου
μέσα σε μια κάψουλα
και τότε θα προτιμούσες
ένα ταξίδι δίχως προορισμό.

H ΑΓΑΠΗ

Ας μη ρωτάς για την αγάπη
το χρώμα της για να σου πω.
Όποιος τη βάζει στην καρδιά του
την έχει πάντα φυλαχτό.
Και αν τη δώσεις δεν την χάνεις
γιατί είναι ατέλειωτη αυτή
μένει για πάντα στην καρδιά σου
την κάνει πάντα δυνατή.
Η αγάπη  όλα τα σκεπάζει
όλα τα κάνει αληθινά
όποιος την έχει δεν τον νοιάζει
ακόμα κι άν αυτός πονά.
Παρηγοριά σε όλους δίνει
σε πονεμένους και φτωχούς
κάθε φωτιά αυτή τη σβήνει
η συντροφιά στους μοναχούς.
Μα όποιος την έχει φυλαγμένη
και δεν την δίνει την κρατά
είναι η αξία της χαμένη
δεν θα τη βρει αν τη ζητά




Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

ΚΑΠΟΥ

Κάποιος κάπου κάποτε
μούδωσε ένα μήλο
και μου είπε θάθελε
να με έχει φίλο

Κάποιος κάπου κάποτε
μούδωσε σταφύλι
και μου είπε εμείς οι δυο
θα γενούμε φίλοι.

Κάποιος κάπου κάποτε
μούδωσε πεπόνι
και μου είπε εμείς οι δυο
δεν θα ζούμε μόνοι.

Πέρασε πολύς καιρός
πέρασε ένας χρόνος
κι ΄΄ολο τον περίμενα
έμεινα  πια μόνος.

ΓΡΑΜΜΑ ΜΙΑΣ ΜΑΝΑΣ

Πόσα θέλω να σου πω
μα δεν τολμώ ν ανοίξω τα χείλη
φράζει ένας κόμπος τον ήχο
και η φωνή μου πνίγεται
πριν ξεκινήσει να βγει.
Απλώς θεατής στο έργο της ζωής σου.
Δύσκολος ο δρόμος σου
και συ περπατάς περπατάς ασταμάτητα.
Και γω πονώ συνεχώς βλέποντάς σε
Πόσα εμπόδια προσπερνάς
με την κούραση ζωγραφισμένη
στο πρόσωπο σου.
Δεν έχω τρόπο να σε βοηθήσω
μόνο μερόνυχτα προσεύχομαι για σένα.
Φυλακίζω τα δάκρυα μου
κλείνοντας τα μάτια
για να μην τα δεις.
Κάποιες φορές ένα χαμόγελο
πάει να φωτίσει το πρόσωπο σου
μα μένει στα μισάνοιχτα χείλη.
Ο σταυρός σου βαρύς
πόσο θ αντέξεις ακόμη
Ρωτώ μα απάντηση δεν παίρνω.





ΣΑΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

Αντάμωσαν δυο άγνωστα πουλιά
και κελαηδήσανε στο ίδιο το κλωνάρι
έγινε το τραγούδι τους αγάπη δυνατή
έγινε ύμνος Αγγελικό τροπάρι.
Πετάξανε μαζί και χτίσανε φωλιά
φυλάγανε εκεί όλα τα πεπρωμένα
όσα τους τύχαιναν σε τούτη τη ζωή
ποτέ τα μάτια τους δεν ήταν δακρυσμένα.
Μονάχα το τραγούδι τους έγινε σιγανό
και πότε πότε λυπητερό συνάμα
κουβάλαγαν στους ώμους τους σταυρό
τα δυο πουλιά τον σήκωναν αντάμα.
Αθώα ήτανε τα δυο μικρά πουλά
μα ο κεραυνός απ τη φωλιά τους τα γκρεμίζει
Παιδεύει λεν ο Θεός όπου αγαπά
δύναμη δίνει για να μην λυγίζει.
Και κείνα υπομένουν στωικά
προσπάθησαν να ξαναχτίσουν τη φωλιά τους
κάτω απ τη σκέπη τ ουρανού μοναχικά
μόνο που τώρα δεν ακούγεται η λαλιά τους.

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΣΟΥ

Εγώ θάμαι πάντα ο ουρανός σου
τ αστέρι σου θάμαι το φωτεινό
Εγώ θάμαι πάντα ο ανθρωπός σου
εγώ που ποτέ μου δεν θα σε ξεχνώ.

Μου λες πως φοβάσαι μη μείνεις μονάχη
πως θάρθει μια μέρα που ίσως χαθώ
και τότε η νύχτα αστέρια δεν θάχει
δεν θα έχει ουρανό.

Μην κλείνεις το φόβο μες στην καρδιά σου
το τέλος του κόσμου αν έρθει εσύ
εμένα θα έχεις για ουρανό σου
σε σένα ανήκει όλη μου η ζωή





ΚΑΤΩ ΑΠ ΤΗ ΒΡΟΧΗ

Τόσα χρόνια περπατάς
κάτω απ τη βροχή
κι ένας ήλιος σ έβλεπε
πάντα μοναχή.
Και τις νύχτες που έβλεπες
και κοιτούσες τ άστρα
μόνη ονειρευόσουνα
κήπους πύργους κάστρα.
Σαν την άνοιξη άνθιζε
ο κήπος το περβόλι
μόνη πάλι ήσουνα
και αντάμα όλοι.
Καλοκαίρι ερχότανε
είχες μια ελπίδα
στον καθρέφτη κοίταζες
άλλη μια ρυτίδα.
Κι όταν το Φθινόπωρο
πέφτανε τα φύλα
η καρδιά σου ένιωθε
μια ανατριχίλα.
Το χειμώνα που έπεφτε
χιόνι κι ήταν κρύο
μόνη πάλι ήσουνα
δίπλα ένα βιβλίο
Δίπλα ακόμη κάθισε
σιωπηλός ο χρόνος
σου ψιθύρισε κρυφά
δεν θα φύγω μόνος.



ΘΕΙΑ ΓΑΛΗΝΗ

Σαν κυπαρίσσι ερημικό
η σκέψη μου από ψιλά κοιτάζει
την ερημιά  π απλώνεται
στη γη και στους ανθρώπους΄΄
και στη τρισκότεινη νυχτιά
να κατεβεί διστάζει
Ξάφνου .φωτιά με πύρωσε
το πνεύμα το βουβό.
Μα ένα κύμα μ άρπαξε
και βγήκα στον αφρό.
Έτσι σαν πλοίο όρμισα
και πάλι προς τα μπρος
πριν να προλάβει άκριτα
με καταπιεί ο βυθός.
Και έτσι στο μακάριο
στο ρόδινο το φως
θεία γαλήνη με καλεί
ξανά να μείνω ορθός.